lundi 23 août 2010

Μα γιατί παρεξηγηθήκαμε όΛοι στη πόΛη ετούτΗ ;

  Δεν ξέρω αν φταίει το φεγγάρι που εδώ και μέρες ετοιμάζεται να μας παραδοθεί ολόγιομο. Δεν ξέρω ως σύμφωνα με τους αστρολόγους ο Ερμής αναδρόμησε πάλι και άρχισε να τερτίπια του στις διαπροσωπικές και βάλε επικοινωνίες μας αλλά ειλικρινά, χωρίς στατιστική αξιόλογη εκτίμηση, συναντώ κατσούφηδες και θυμωμένους ανθρώπους παντού. Μικροί και μεγάλοι έχουν επιδοθεί σε μια μάχη ανεξήγητης ευερεθιστότητας, την βιώνουν στο ζενίθ της χωρίς να επέρχεται η πολυπόθητη επίλυση και η πολυπόθητη ισορροπία. Θυμώνουν πολύ, συρρικνώνουν την ουδό των αντοχών και των ορίων τους, ουρλιάζουν, μισιούνται, χωρίζουν, μαλώνουν και στην βαθύτερη ουσία τους αναζητούν μια αγκαλιά κατανόησης. Τί να συμβαίνει άραγε στη πόλη και παρεξηγηθήκαμε όλοι;

  Δεν μπορώ να μην αναλογιστώ το γεγονός ότι όλοι μας σταδιακά θα ξεκινήσουμε το καταναγκαστικό έργο μιας εργασίας και θα πιέσουμε τον εαυτό μας να χορέψει σε ρυθμούς ανάρμοστους της κινητικής αισθητικής μας αλλά θεωρώ, πιθανά και να λανθασμένα, ότι το ζήτημα είναι βαθύτερο και έγκειται στα «δομικά υλικά» που έχουμε από καιρό επιλέξει ώστε να διασφαλίσουμε την επαφή μας με τον σημαντικό μας άλλο, τον φίλο μας δηλαδή, τον σύντροφο μας, τον γονέα μας, τον αδερφό μας, τον πνευματικό μας, το θεραπευτή μας. Άλλοι για παράδειγμα διαλέγουμε «υλικά» φιγούρας που υστερούν μεν στην ποιότητα αλλά είναι θεαματικά, ευφάνταστα και αξιοζήλευτα και άλλοι αρκούμαστε σε «υλικά» πρώτης ανάγκης χωρίς να ποντάρουμε σώνει και καλά σε μελλοντικό χτίσιμο αλλά στον σκοπό της κάλυψης πρωτογενών αναγκών. Ίσως λοιπόν στην εποχή αυτή, η οποία μοιάζει να ξεκινά με τρομερές και πολυσήμαντες αλλαγές στο κατά το παρελθόν προβλέψιμο σκηνικό της, να λειτουργεί σαν διαπροσωπικός σεισμός των προεπιλεγμένων «υλικών». Ποιες σχέσεις θα αντέξουν, ποιες θα προσαρμοστούν, ποιες θα αναδιαμορφωθούν, ποιες θα ενδυναμωθούν και ποιες τελικά θα γκρεμιστούν στα αφιλόξενα μέρη μιας άγνωστης προσδοκώμενης επόμενης αγκαλιάς;
  Μετράς αντίστροφα και εγώ μαζί σου και αισιοδοξείς πως η έναρξη του φετινού φθινοπώρου θα έχει την αίγλη μιας προσωπικής ευτυχίας, ονειρεύεσαι, σχεδιάζεις και το μόνο που μένει είναι να περιμένεις. Όλα θα πάνε καλά, το εύχομαι και εγώ σε σένα, αρκεί να πιστέψεις ότι μετά από έναν καταστροφικό διαπροσωπικό σεισμό η ανοικοδόμηση θα είναι μια περιπέτεια γεμάτη εκπλήξεις, συνειδητοποιήσεις και αρχές!

υγ -
 

dimanche 22 août 2010

ΑυγουστιάτικΗ εβδομάδΑ πίτερ παν

Αποσπάσματα από το έργο του Τζέιμς Μ. Μπάρι

απόσπασμα 22.8
"Δεν ξέρω αν έχετε δει ποτέ χάρτη του ανθρώπινου μυαλού. Καμιά φορά οι γιατροί σχεδιάζουν άλλα μέρη του σώματος σας και ο δικό σας χάρτης μπορεί να σας φανεί εξαιρετικά ενδιαφέρων. Τους έχετε όμως δει ποτέ να σχεδιάζουν το χάρτη ενός παιδικού μυαλού; ΄Οχι μόνο είναι μπερδεμένο, αλλά στριφογυρίζει και ακατάπαυστα. Υπάρχουν ζιγκ ζαγκ, ακριβώς όπως στα διαγράμματα του πυρετού, και αυτά είναι μάλλον οι δρόμοι του νησιού, γιατί η χώρα του Ποτέ Ποτέ συνήθως είναι νησί, με φαντασμαγορικά χρώματα και κοραλλένια βράχια και παράξενα σκάφη στα ανοιχτά, μέ άγριους και απόμερα λημέρια, με νάνους που οι περισσότεροι είναι ράφτες, με σπηλιές μέσα από τις οποίες περνάνε ποτάμια, με πρίγκιπες που έχουν έξι μεγαλύτερα αδέρφια, με μια μισορημαγμένη καλύβα και μια μικροσκοπική γριούλα με γαμψή μύτη. Δεν θα ήταν δύσκολο να φτιάξει κανείς έναν τέτοιο χάρτη, αν αυτό ήταν όλο, αλλά υπάρχει επίσης και η πρώτη μέρα στο σχολείο, τα θρησκευτικά, οι πατεράδες, η στρογγυλή λιμνούλα, κεντήματα, φόνοι, κρεμάλες, ανώμαλα ρήματα, η μέρα του κέικ σοκολάτα, οι πρώτες τιράντες, οι γιατροί, τρεις πένες αν βγάλεις το δόντι σου μόνο σου, και ούτω καθεξής, κι όλα αυτά είναι μέρος του νησιού, εκτός και αν πρόκειται για έναν άλλον χάρτη που διακρίνεται μέσα από τον πρώτο, και είναι όλα λίγο μπερδεμένα, ιδιαίτερα μάλιστα επειδή τίποτα δε λέει να μείνει ακίνητο".



 απόσπασμα 23.8




"Τα αστέρια είναι όμορφα, αλλά δεν μπορούν να πάρουν ενεργό μέρος σε τίποτα, είναι υποχρεωμένα απλώς να κοιτάζουν για πάντα. Είναι μια τιμωρία που τους επέβαλαν για κάτι που έκαναν πριν από τόσο πολύν καιρό, που κανένα αστέρι δεν θυμάται πια τι ήταν. Έτσι, τα πιο γέρικα έχουν πάρει ένα απλανές βλέμμα και δεν μιλάνε ποτέ (απλώς τρεμοσβήνουν, όπως λένε στη γλώσσα των αστεριών), αλλά τα μικρά εξακολουθούν να αναρωτιούνται. Δεν αντιμετώπιζαν και πολύ φιλικά τον Πίτερ, γιατί ήταν σκανταλιάρης και τα πλησίαζε κλεφτά από πίσω, προσπαθώντας να τα σβήσει. Τους άρεσαν όμως τα αστεία, για αυτό απόψε ήταν με το μέρος του και ανυπομονούσαν να δουν τους μεγάλους να φεύγουν από τη μέση. Και έτσι, μόλις η πόρτα του νούμερου 27 έκλεισε πίσω από τον κύριο και την κυρία Ντάρλινγκ, σημειώθηκε μια αναστάτωση στο στερέωμα και το μικρότερο από όλα τα αστέρια στο Γαλαξία τσίριξε: "Τώρα Πίτερ"!


απόσπασμα 24.8
"Γουέντι, συνέχισε εκείνος με μια φωνή στην οποία καμιά γυναίκα δεν είχε αντισταθεί ποτέ, Γουέντι, ένα κορίτσι αξίζει περισσότερο από είκοσι αγόρια. Η Γουέντι ήταν γυναίκα από την κορφή ώς τα νύχια και έτσι κρυφοκοίταξε από τα στρωσίδια.
-Στ' αλήθεια το πιστεύεις αυτό Πίτερ;
-Ναι, σίγουρα.
-Νομίζω ότι είναι πολύ γλυκό εκ μέρους σου για αυτό θα σηκωθώ ξανά, δήλωσε η Γουέντι και κάθισε μαζί του στην άκρη του κρεβατιού. Είπε επίσης ότι θα του έδινε ένα φιλί αν ήθελε, αλλά ο Πίτερ δεν ήξερε τι εννοούσε κι άπλωσε το χέρι του γεμάτος προσδοκία.
- Δεν φαντάζομαι να μη ξέρεις τι είναι το φιλί, τον ρώτησε κατάπληκτη.
- Θα μάθω όταν μου το δώσεις, απάντησε κάπως στεγνά και έτσι, για να μη πληγώσει τα αισθήματά του, εκείνη του έδωσε μια δαχτυλήθρα.
- Τώρα να σου δώσω και εγώ ένα φιλί, είπε ο Πίτερ και εκείνη απάντησε ""Παρακαλώ" με αρκετή αξιοπρέπεια, ύστερα όμως έγειρε το πρόσωπό της προς το μέρος του εντελώς ξεδιάντροπα. Αλλά εκείνος άφησε απλώς ένα κουμπί φτιαγμένο από βελανίδι να πέσει στο χέρι της, κι έτσι η Γούεντι ξανάφερε αργά το πρόσωπό της στην προηγούμενη θέση του και είπε ευγενικά ότι θα φορούσε το φιλί του κρεμασμένο σε μια αλυσίδα στο λαιμό της. Και ευτυχώς που το έβαλε σε εκείνη την αλυσίδα, γιατί αργότερα της έσωσε τη ζωή".  


απόσπασμα 25.8
" -Βλέπεις, δεν ξέρω κανένα παραμύθι. Κανένα από τα χαμένα αγόρια δεν ξέρει παραμύθια.
    -Τι φρικτό! είπε η Γουέντι.
   - Ξέρεις γιατί τα χελιδόνια χτίζουν τις φωλιές τους στις μαρκίζες των σπιτιών; ρώτησε ο Πίτερ. Για να  ακούνε παραμύθια. Ω, Γουέντι, η μητέρα σου σας έλεγε ένα πολύ όμορφο παραμύθι.
   - Ποιο ήταν;
   -Για τον πρίγκιπα που έψαχνε να βρει τη κυρία με το γυάλινο γοβάκι.
   - Ω, Πίτερ, είπε ζωηρά η Γουέντι. Ήταν το παραμύθι της Σταχτοπούτας και στο τέλος ο πρίγκιπας τη βρήκε κι έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.
Ο Πίτερ χάρηκε τόσο πολύ που πετάχτηκε από το πάτωμα και πήγε βιαστικά στο παράθυρο.
  - Που πας, του φώναξε τρομαγμένη.
  -Να το πω στ' άλλα αγόρια.
  - Μη φεύγεις Πίτερ, τον ικέτεψε. Ξέρω πολλά παραμύθια.
Αυτό ακριβώς είπε, επομένως δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι πρώτη εκείνη τον έβαλε σε πειρασμό.
Ο Πίτερ γύρισε πίσω και την κοίταξε μ' ένα άπληστο βλέμμα, που η Γουέντι θα έπρεπε να είχε φοβηθεί. Αλλά δεν έδωσε σημασία. 
  -Ω, ξέρεις πόσα παραμύθια θα μπορούσα να πω στ'αγόρια! φώναξε, και τότε ο Πίτερ την έπιασε σφιχτά κι άρχισε να την τραβάει προς το παράθυρο. 
  - Άφησε με, τον διέταξε.
  -Γουέντι, σε παρακαλώ, έλα μαζί μου να τα πεις και στ'άλλα αγόρια.
Φυσικά χάρηκε που την κάλεσε, αλλά είχε αντιρρήσεις.
  - Ω, ξέρεις, δεν μπορώ. Σκέψου τη μαμά μου! Εξάλλου, δεν ξέρω να πετάω.
  -Θα σου μάθω εγώ".


απόσπασμα 26.8
"Αλλά κι εγώ εύχομαι να γυρίσει και να μας πει αν έμαθε τίποτα περισσότερο για τη Σταχτοπούτα. Μίλησαν για τη Σταχτοπούτα, ο Τουτλς ήταν σίγουρος ότι η μητέρα του θα πρέπει να της έμοιαζε πολύ.
Μόνον όταν έλειπε ο Πίτερ μπορούσαν να μιλήσουν για τις μητέρες τους, γιατί ο αρχηγός τους απαγόρευε να ασχολούνται μ' αυτό το θέμα που το θεωρούσε ανόητο.
-Το μόνο που θυμάμαι από τη μητέρα μου, τους είπε ο Νιμπς, είναι ότι έλεγε συχνά στο πατέρα μου, Ω, μακάρι να είχα το δικό μου βιβλιάριο επιταγών! Δεν ξέρω τι είναι το βιβλιάριο επιταγών, αλλά θα ήθελα πολύ να χαρίσω ένα στη μητέρα μου".
Καθώς μιλούσαν, άκουσαν έναν θόρυβο κάπου μακριά. Εσείς ή εγώ, μια και δεν είμαστε άγρια πλάσματα των δασών, δεν θα είχαμε ακούσει τίποτα, αλλά εκείνοι το άκουσαν, κι ήταν φρικτό τραγούδι:


Γιο-χο-χο, τι όμορφη που είναι των πειρατών η ζωή,
Στο καράβι με τη σημαία με τη νεκροκεφαλή,
Παρέα μ΄ενα κοντό μαχαίρι κι ένα μακρύ σπαθί". 






απόσπασμα 27.8
"Το σπίτι είχε τελειώσει οριστικά. Δεν είχαν παρά να χτυπήσουν την πόρτα.
 -Κοιτάξτε να είστε περιποιημένοι, τους προειδοποίησε ο Πίτερ, η πρώτη εντύπωση είναι φοβερά σημαντική.
Ευτυχώς κανένας δεν τον ρώτησε τι σήμαινε η πρώτη εντύπωση, γιατί όλοι ήταν απασχολημένοι να δείχνουν όσο πιο περιποιημένοι μπορούσαν.
Ο Πίτερ χτύπησε ευγενικά, ενώ το δάσος κρατούσε την ανάσα του, και τα παιδιά το ίδιο. Το μόνο που ακουγόταν ήταν η Τίνκερ Μπελ που παρακολουθούσε από ένα κλαδί και κορόιδευε φανερά.
Αυτό που αναρωτιόνταν τα αγόρια ήταν αν θα άνοιγε κανείς τη πόρτα. Αν ήταν μια κυρία, πώς θα ήταν;
Η πόρτα άνοιξε και βγήκε μια κυρία. Ήταν η Γουέντι. Έβγαλαν όλοι τους σκούφους τους.
Έδειξε να ξαφνιάζεται, ακριβώς όπως έπρεπε, κι ήταν ακριβώς όπως ήλπιζαν ότι θα είναι.
-Πού βρίσκομαι είπε.
Φυσικά ο Σλάιτλι ήταν ο πρώτος που ξανά βρήκε τη φωνή του. Κυρία Γουέντι, είπε γρήγορα, χτίσαμε αυτό το σπίτι για σένα.
-Ω, πες ότι χαίρεσαι, φώναξε ο Νιμπς.
-Όμορφο, γλυκό σπίτι, είπε η Γουέντι, κι ήταν ακριβώς τα λόγια που ήλπιζαν ότι θα έλεγε.
-Και εμείς είμαστε τα παιδιά σου, φώναξαν οι δίδυμοι.
Κι ύστερα γονάτισαν όλα και απλώνοντας τα χέρια τους φώναξαν, Ω, κυρία Γουέντι, γίνε η μητέρα μας.
-Πρέπει; είπε η Γουέντι, ακτινοβολώντας ολόκληρη. Φυσικά είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, αλλά βλέπεται είμαι μόνο ένα μικρό κορίτσι. Δεν έχω καθόλου πείρα.
-Δεν πειράζει, είπε ο Πίτερ, λες και ήταν το μοναδικό άτομο εκεί που ήξερε τα πάντα για το θέμα, αν και στην πραγματικότητα ήταν εκείνος που ήξερε τα λιγότερα. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια γλυκιά μανούλα".

απόσπασμα 28.8
"Βλέπετε, ήταν τόσο μεγάλη η αγάπη της μητέρας τους που άφηνε πάντα το παράθυρο ανοιχτό, είπε η Γουέντι. Κι έτσι, γύρισαν πετώντας στη μαμά τους και τον μπαμπά τους, και η πένα δεν μπορεί να περιγράψει την ευτυχισμένη σκηνή, την οποία καλύπτουμε μ' ένα πέπλο.
Αυτό ήταν το παραμύθι και τους άρεσε τόσο πολύ όσο και στην ίδια την όμορφη αφηγήτρια. Βλέπετε, όλα σ'αυτό ήταν τέλεια. Φεύγουμε χαρούμενα σαν τα πιο άκαρδα πλάσματα στον κόσμο - κι αυτό ακριβώς είναι τα παιδιά, αλλά είναι και τόσο χαριτωμένα, και περνάμε ωραία, αδιαφορώντας για τους γονείς μας, κι όταν χρειαστούμε τις φροντίδες τους επιστρέφουμε και τους επιτρέπουμε μεγαλόψυχα να μας τις προσφέρουν, απόλυτα σίγουροι ότι θα μας ανταμείψουν, αντί να μας χαστουκίσουν.
Κι ήταν τόσο σίγουροι για την αγάπη της μητέρα τους, που ένιωθαν ότι μπορούσαν να συνεχίσουν να φέρονται σκληρά και άκαρδα για λίγο καιρό ακόμα.
Υπήρχε όμως κάποιος που ήξερε ότι δεν ήταν ακριβώς έτσι τα πράγματα κι όταν η Γουέντι τελείωσε την ιστορία της, εκείνος βόγκηξε δυνατά.
-Τί συμβάινει, Πίτερ; φώναξε τρέχοντας κοντά του, νομίζοντας ότι ήταν άρρωστος. Τον ψηλάφισε τρυφερά, στο στήθος και στο στομάχι. Πού πονάς, Πίτερ;
-Δεν πονάω, απάντησε βλοσυρά ο Πίτερ.
- Τότε τί έχεις;
-Γουέντι, κάνεις λάθος για τις μητέρες.
Μαζεύτηκαν όλοι γύρω του, τρομαγμένοι που τον έβλεπαν τόσο αναστατωμένο κι εκείνος τους φανέρωσε αυτό που μέχρι τότε τους είχε κρύψει.
-Πριν από πολύν καιρό, είπε, πίστευα και εγώ σαν εσάς ότι η μητέρα μου θα άφηνε πάντα το παράθυρο ανοιχτό για να γυρίσω, κι έτσι έμεινα μακριά πολλά πολλά φεγγάρια κι έπειτα επέστρεψα, αλλά το παράθυρο είχε κάγκελα, γιατί η μητέρα μου με είχε ξεχάσει εντελώς και στο κρεβάτι μου κοιμόταν ένα άλλο αγοράκι.
Δεν είμαι σίγουρος ότι αυτό ήταν αλήθεια αλλά ο Πίτερ το πίστευε και τρόμαξαν όλοι".


                              απόσπασμα 29.8
"Κάτι ξέχασες, διακόπτει η Τζέιν που τώρα ξέρει την ιστορία καλύτερα από τη μητέρα της. Όταν τον είδες να κάθεται στο πάτωμα και να κλαίει, τί είπες;
-Ανακάθισα στο κρεβάτι και είπα, Αγοράκι γιατί κλαίς;
-Ναι αυτό ήταν, λέει η Τζέιν με μια βαθιά ανάσα.
-Κι ύστερα μας πήγε πετώντας ως την Χώρα του Ποτέ Ποτέ και τις Νεράιδες και τους Πειρατές, και τους ερυθρόδερμους και τη λιμνοθάλασσα με τις γοργόνες και το σπιτάκι.
-Ναι, και τι σου άρεσε περισσότερο απ' όλα;
-Νομίζω ότι περισσότερο απ' όλα μου άρεσε το υπόγειο σπίτι.
-Ναι και μένα. Ποιο ήταν το τελευταίο πράγμα που σου είπε ο Πίτερ;
-Το τελευταίο πράγμα που μου είπε ήταν, να με περιμένεις πάντα κι ύστερα, κάποια νύχτα, θα μ' ακούσεις να λαλώ σαν πετεινός.
-Ναι.
-Αλίμονο όμως, με ξέχασε, λέει η Γουέντι μ' ένα χαμόγελο. Τόσο πολύ είχε μεγαλώσει.
-Πώς ακουγόταν όταν λαλούσε; ρώτησε η Τζέιν ένα βράδυ.
-Κάπως έτσι, είπε η Γουέντι και προσπάθησε να μιμηθεί το λάλημα του Πίτερ.
-Όχι, δεν ήταν έτσι, είπε σοβαρά η Τζέιν, ήταν έτσι. Και το έκανε πολύ καλύτερα από τη μητέρα της.
Η Γουέντι ξαφνιάστηκε κάπως. Αγάπη μου, που το ξέρεις;
-Το ακούω συχνά στον ύπνο μου, είπε η Τζέιν.
......
Το παράθυρο άνοιξε με φόρα, όπως παλιά, και ο Πίτερ προσγειώθηκε στο πάτωμα.
Ήταν ολόιδιος όπως πάντα και η Γουέντι είδε αμέσως ότι είχε ακόμα τα πρώτα του δοντάκια.
......
Αναγκάστηκε να του πει.
-Μεγάλωσα Πίτερ. Είμαι πολύ μεγαλύτερη από είκοσι χρονών. Μεγάλωσα πριν από πολύ καιρό.
-Υποσχέθηκες ότι δε θα μεγάλωνες!
-Δεν μπορούσα να το αποφύγω. Είμαι παντρεμένη γυναίκα τώρα Πίτερ.
-Όχι, δεν είσαι.
-Ναι, και το κοριτσάκι στο κρεβάτι είναι το μωρό μου.
-Όχι, δεν είναι.
Αλλά υπέθεσε ότι ήταν κι έκανε ένα βήμα προς το κοιμισμένο παιδί με το μαχαίρι σηκωμένο, Φυσικά δε χτύπησε. Κάθισε στο πάτωμα κι άρχισε να κλαίει με λυγμούς. και η Γουέντι δεν ήξερε τι να κάνει, αν και κάποτε ήξερε να τον παρηγορεί πολύ εύκολα. Τώρα ήταν μεγάλη γυναίκα και βγήκε τρέχοντας από το δωμάτιο για να μπορέσει να σκεφτεί με την ησυχία της.
Ο Πίτερ συνέχισε να κλαίει και σε λίγο οι λυγμοί του ξύπνησαν την Τζέιν. Ανακάθισε στο κρεβάτι και και τον κοίταξε με ενδιαφέρον.
-Αγοράκι, είπε, γιατί κλαίς;
Ο Πίτερ σηκώθηκε και της υποκλίθηκε κι εκείνη του ανταπέδωσε την υπόκλιση από το κρεβάτι.
-Γεια σου, είπε.
-Γεια σου, είπε η Τζέιν.
-Με λένε Πίτερ Παν, της είπε.
-Ναι, το ξέρω.
-Γύρισα να πάρω τη μητέρα μου πίσω στη Χώρα του Ποτέ Ποτέ, της εξήγησε.
-Ναι, το ξέρω, είπε η Τζέιν, σε περίμενα".

  
faith.


samedi 21 août 2010

όταν το "κόκκινΟ" παίρνει μορφή (για λίγΟυς)

 ... ξέρεις ότι τίποτα δεν σε κρατά κοντά στις ρίζΕς σου αΛΛά την ίδια στιγμή φοβάσαι να δηλώσεις αυτόχειρας της ριζωμένης ύπαρξΗς σου ... αν περιμένεις έξωθεν δυνάμεις "να κοπείς" μάΛΛον θα πονέσεις περισσότερο μαθαίνοντας ότι κόπηκες χωρίς περισπούδαστο κίνητρο. Ας είναι, "εγώ θέΛω να φύγω" και είμΑι σε επίπονη αναμονή δολοφόνου ελευθερίας ...

jeudi 19 août 2010

Mια γιαγιά που την λέγαν Αναστασία

 Της Παναγιάς το μέγα 15άυγουστο η γιαγιά αν ήταν μαζί μας δε θα γιόρταζε. Αναστασία λεγόταν και όπως αφήνει να νοηθεί το όνομα της κάθε Πάσχα τη χαιρόμασταν, συνήθως στην Ερέτρια στο εξοχικό, ήταν άτυπο έθιμο να σουβλίζουν αρνί δίπλα στην περήφανη ελιά του σπιτιού. Έλα που όμως σε κάθε μεγάλη γιορτή της Χριστιανοσύνης τυχαίνει και την ενθυμούμαι περισσότερο από κάθε άλλη φορά, ίσως γιατί μας λείπει, ίσως γιατί μου λείπει.



 Πάνε χρόνια τώρα, γύρω στα 9 αν συγκρατώ ορθώς το πέρασμα των χρόνων αλλά η γιαγιά δεν είναι φιγούρα που ένα εγγόνι θέλει να ξεχάσει και ιδιαίτερα αν η γιαγιά αυτή ήταν φιγούρα αγάπης, στοργής και χαράς. Ποτέ δεν ενδιαφέρθηκα να ρωτήσω από πού κρατά η σκούφια της κρατώντας ενδελεχώς σημειώσεις. Παράλια Μικράς Ασίας και κάποιο χωριό Χιλή επαναλάμβανε διαρκώς και με περίσσια νοσταλγία αν την ρωτούσες. Το καταλάβαινες αμέσως όμως αν λίγο μιλούσες μαζί της, πετούσε ιδιωματισμούς τουρκικής γλώσσας πολύ συχνά στο λόγο της και το έκανε με τόση άνεση που μικρή θεωρούσα αυτονόητο ότι ήταν ελληνικά μιας και η συνοδευόμενη κίνηση πρόδιδε την έννοια της λέξης ώστε να μη μπερδευτώ. Αμ το άλλο; Ελληνικός καφές. Η γιαγιά ήξερε τη τέχνη να διαβάζει το φλιτζάνι και εγώ πολλά πρωινά έβλεπα τη μαμά μου να αναποδογυρίζει την κούπα της και να περιμένει να ακούσει το τακ της πόρτας του διπλανού σπιτιού σημάδι ότι η γιαγιά έρχεται για το καλημέρα και για την ανάγνωση των «δρόμων του κατακαθιού».


 Η γιαγιά δεν ήξερε γράμματα, είχε μάθει όμως να αναγνωρίζει τα λεφτά. Με εγγόνια σαν εμάς ήταν αναμενόμενο, ήμασταν αδίστακτα όταν μπορούσαμε να της πάρουμε ένα ακόμη κατοστάρικο χωρίς να το καταλάβει στην μέτρηση του χαρτζιλικιού για ένα δεύτερο πακέτο γαριδάκι. Όταν πληρωνόταν φυσικά αυτό γινόταν αυθόρμητα και με μεγάλη χαρά, «σήμερα, ήρθε ο ταχυδρόμος» και το μαύρο ανδρικό πορτοφόλι της έσφυζε από κουδουνίσματα ψιλών έτοιμα να μας τα μοιράσει. Γαριδάκια, παγωτά, τσίχλες από το κοντινό περίπτερο ήταν όλο και όλο άντε και μια βόλτα μέχρι την πλατεία για να πάρουμε τυρόπιτα. Ταξίδι ολόκληρο 40 μέτρα μακριά από το σπίτι η πλατεία. Θυμάμαι ίσα με τώρα τη φωνή της όταν αργούσα να γυρίσω ή αναγκαστικά κρυβόμουν για να νικήσω στο κρυφτό. Άννααααααααααά ηχούσε στη διαπασών και έφτανε ίσα με τον Πειραιά η φωνή. Άλλοτε αργούσα άλλοτε ήμουν απίκο στο κάλεσμα. Η γιαγιά όμως σχεδόν πάντα έβαζε το χέρι στη μέση που λύγιζε λιγάκι και με απειλούσε ότι η μαμά θα με δείρει αν το μάθει, απειλή που φυσικά παρέμεινε στα λόγια, τώρα πια μπορώ να καταλάβω. Με αγκάλιαζε μετά και μου ζητούσε να επιβεβαιώσω ότι την επόμενη φορά με το πρώτο Άννα όφειλα να εμφανιστώ στρατιωτάκι μπροστά της γιατί κάθε φορά έστελνα τη ψυχή της στην Κούλουρη, δεν ήμουν και το πιο ήσυχο κοριτσάκι άλλωστε.


 Μέχρι και το 2000 που πέρασα στο Πανεπιστήμιο και έπρεπε να φύγω για την επαρχία η γιαγιά ήξερε πάντα να προστατεύει με τον τρόπο της τις προσδοκίες σου για τη ζωή, να σε περιμένει να γυρίσεις για το αντίο πριν φύγει, να σε δει, να σε αποχαιρετίσει και να σε καθησυχάσει για το καλύτερο και ας ήξερε και ας ήξερα. Ας γαληνέψει η ψυχή της στο ταξίδι που δεν παρευρέθηκα, ίσως τελικά καλύτερα για εμένα, να ξέρω ότι δεν έφυγε και από κάπου εκεί ψηλά μας «ξεματιάζει» αν αυτό χρειαστεί, την τέχνη του λαδιού για το κακό το μάτι που δεν κατάφερα ποτέ να εκμαιεύσω και ας έβλεπα με θαυμασμό το λάδι να «σκάει» στο φλιτζανάκι και εγώ περδίκι από τον πονοκέφαλο να γυρίζω αρχηγός πίσω στο παιχνίδι.





samedi 14 août 2010

Περί φλερτ και άλλων ΔαιμονίΩν


  Έλα, μη μου πεις ότι δεν το έχεις ακούσει; Κλασσική ατάκα πλέον στα χείλια των γυναικών. Ειδικά μεσούντος καλοκαιριού. Μια βόλτα μέχρι το ακρογιάλι να κατέβεις και στήσεις αυτί στις γυναικείες κουβεντούλες θα το ακούσεις και ποντάρω και το χέρι μου στη φωτιά για αυτό! Κλασσική ατάκα πια, χιλιοειπωμένη, «μα, που πήγαν οι άνδρες;» μετά φυσικά έρχεται με «βασιλική» σειρά η ατάκα της Δημητρούλας «καλά εγώ πότε θα γίνω μάνα» αλλά αφού αποτελέσεις την εξαίρεση της πρώτης και ΤΟΝ έχεις από κόπο βρει. Καλά για όσες έχουν «βολευτεί» ή εναλλακτικά «δέσει» τον γάιδαρο τους, αυτές συνήθως μιλούν για άλλα / πιθανή εκκλησία για γάμο, ειδυλλιακές παραλίες για φυγή και πιθανολογώ προβλήματα διατήρησης της σχέσης. Αλλά το θέμα μου δεν είναι οι άλλες, αλλά οι «απελπιστικά διαθέσιμες» του είδους.




  Σαν ύπαρξη από άλλο πλανήτη θέλω να παίξω το δικηγόρο του διαβόλου και να στηρίξω το άμοιρο είδος των ανδρών για τους αντιφατικούς συχνά ρόλους που παίρνουν οι γυναίκες στο φλερτ. Πχ είναι απότομες ή απόμακρες, είναι σουρλουλούδες, εύκολες ή δύσκολες, είναι παθητικές και σε αναμονή (θα πάρει τηλέφωνο / δεν θα πάρει), απελπισμένες και αυτάρκεις ή θεός φυλάξει, κυνηγοί! Το τελευταίο δε, χαλάει όλη τη μαγεία. Όσο όμως και αν προσπαθώ να τους υπερασπιστώ, ειλικρινά αδυνατώ! Μοιάζει να μην έχουν καν ρόλους, χάνουν σταδιακά και όσους κατείχαν από το παρελθόν. Είναι απλώς παθητικοί ή συχνά πολύ γρήγοροι στις επιθυμίες τους (sorry μα δεν είμαι modem διαδικτύου / μη με χρεώνεις σε Mbps).



  Η γιαγιά μου λοιπόν δεν φταίει που μου ‘μαθε το παραμύθι ότι η γυναίκα είναι η λεία ενός άνδρα κυνηγού. Είναι βιωματικό το ζήτημα, άλλοτε βέβαια και κοινωνιολογικό, να νιώθει ωραία έκαστος στον ρόλο που του επίταξε η φύση. Αλλά επιβιώνοντας στη ζούγκλα της σύγχρονης εποχής και της σημερινής Αθήνας οφείλεις να αναρωτιέσαι μετά από κάθε ραντεβού.

Αφού δεν πήρε τηλέφωνο:

1. μάλλον δεν του άρεσα (ολόκληρη ταινία γύρισε το Hollywood “ He's Just Not That Into You, 2009”

2. μήπως ήμουν γκρινιάρα;

3. μήπως φάνηκα το «κορίτσι για σπίτι» ;

4. μήπως δεν ήταν καλό το μαλλί στο ραντεβού; (και της είπα της Μαριώς να περάσει για να τα ισιώσει, είχε λέει να πάει στο σούπερ, άκου τώρα!)

5. μήπως τελικά είναι gay; (ας το έχουμε υπόψη μας κυρίες μου!)

6. μήπως έκανα κάτι λάθος;

7. πολλά μήπως ….



  Μήπως λοιπόν να είμαστε ειλικρινείς για το τι τελικά θέλουμε ο ένας από τον άλλον και να το εκφράζουμε ανοιχτά μπας και επικοινωνήσουμε καμιά φορά σε αυτή τη πόλη; Γιατί πολλά «μήπως» υπάρχουν στο κεφαλάκι όλων μας που οι φίλοι αναλαμβάνουν να τα λύσουν (συχνά λανθασμένα) και σχέσεις πάνε στο βρόντο από λάθος «μήπως» και «εάν». Και είναι και καλοκαίρι βρε παιδί μου. Προλαβαίνετε να κλείσετε «διπλά εισιτήρια» ακτοπλοϊκά! Αφού «το ξέρεις μ’ αρέσεις»!



στους εναπομείναντες



articLe's soundtrack N. Μποφίλιου ..."εισητήρια διπλά"

http://www.youtube.com/watch?v=3aeuxgTp42k&feature=related

lundi 9 août 2010

ά.τιτΛο

  Υπήρχε ποτέ η πιθανότητα να σε ρωτούσε αυτό το παιδί «μπαμπά, που θα πάμε διακοπές φέτος τον Αύγουστο;» Μοιάζει τραγική από τα σπάργανα της η σκέψη ήδη, είμαι συνειδητοποιημένη για αυτό και για τα παρακάτω.


 Τo παιδί της φωτογραφίας ζει στο Πακιστάν. Την ώρα που εγώ γράφω τούτο το κείμενο και εσύ τυχαίνει να το διαβάζεις η χώρα πλήττεται από καταστροφικές πλημμύρες όμοιες των οποίων οι κάτοικοι της και η υφήλιος δεν έχει ματα ξανάδει και μόνο ευχή μπορώ να δώσω να είναι γαντζωμένο σε ασφαλή αγκαλιά.
  Σήμερα έτυχε η δυτικοπούλα να δώσω μεγαλύτερη έμφαση στα δημοσιεύματα του διαδικτύου και να ενημερωθώ για την ανελέητη και δικαιολογημένη επίθεση της Φύσης άλλοτε με όπλο της το υγρό στοιχείο και άλλοτε τη φωτιά. Κοινώς την ώρα που εγώ γκρινιάζω που δεν μπορώ να λιάζομαι σε κάποια παραλία του Αιγαίου και με ανοιχτές αγκάλες με περιμένει τουλάχιστον ο Σαρωνικός, παραδίπλα μου άνθρωποι και περιβάλλον παλεύουν για την επιβίωση τους. Όχι προς θεού δεν νιώθω ενοχές άλλωστε από τα γεννοφάσκια μας εκπαιδευόμαστε σε γνωστούς εξορκισμούς και φραγές «τι κακό τους βρήκε τους δύσμοιρους», «ευτυχώς που είναι μακριά από την Ελλάδα» και άλλες όμοιες του είδους ατάκες, μα τυχαίνει να αναρωτιέμαι κάθε μα κάθε φορά για τα όρια και τις αντοχές της ανθρώπινης αλληλεγγύης.
  Πώς γίνεται ενώ κόσμος πεθαίνει, η γη αργοσβήνει, εμείς με τον «κατασκευασμένο ελληνικό Αύγουστο των διακοπών και της πανσελήνου» να μη συμπονούμε εμπράκτως ή συναισθηματικά το γείτονα της γης μας; Να ακούμε μία τις ειδήσεις και μία να κάνουμε chat στο fcbk για το στοιχείο της «γυνής» που απασχολεί κάποιο φίλο μας (για να ολοκληρωθεί η φράση πυρ – γυνή – ύδωρ εντελώς καυστικά!);
 Πώς γίνεται πάντα από τη πλειοψηφία του 100 το ~2 να ασκεί ακτιβισμό και να πηγαίνει στους τόπους καταστροφής προσφέροντας ένα χέρι βοηθείας και προσπαθώντας παράλληλα με τεράστιο κόπο να αφυπνίσει εμάς έστω και για δευτερόλεπτα να σηκώσουμε ψηλά το κεφάλι από το εικονικό εγώ της οθόνης του p.c μας με μια παρόμοια όπως αυτή φωτογραφία;

Εγώ έχω μερικές απαντήσεις. Αλλά ας σκεφτείς και εσύ τις δικές σου.

Συγνώμη αν σε βρήκα σε κάποια παραλία. Εγωιστικό ον ο άνθρωπος και η αφεντιά μου.

η φωτογραφία είναι από άρθρο του tvxs.gr


samedi 7 août 2010

Σέριφος, η γοητευτική




 

    Προσεγγίζεις το νησί με καράβι. Θες να απολαύσεις το ταξίδι και να περιπλανηθείς στο αιγαίο κανένα 4ωρο; – συμβατικό πλοίο και κατάστρωμα προτείνεται ασυζητητί – θες να πιεις on board ένα καφεδάκι και μέχρι να πεις και μια κουταμάρα με τη παρέα σου να μπαίνεις στο λιμάνι; – πλοίο high speed _ προτείνεται και σε 2 ωρίτσες αντικρίζεις Λιβάδι.


   Η Σέριφος δεν έχει πολλά designάτα μέρη για να μαγευτείς αμέσως από την ομορφιά της. Την ομορφιά της την κρατά καλά κρυμμένη. Την φυλά για όσους έχουν την υπομονή να εξερευνήσουν το νησί και να περιηγηθούν στην απλότητα που το διακρίνει. Για όσους είναι έτοιμοι να απογοητευτούν και στην επόμενη αμέσως στροφή να εξυμνήσουν την εικόνα του αιγαίου / του βράχου / των ξεχασμένων μεταλλείων και των δυσπρόσιτων παραλιών του.

    Η Σέριφος μπορεί να αγκαλιάσει οικογένειες, νέους, παρέες, ζευγάρια, μοναχικούς, περιπατητές και ένα σωρό εκπροσώπους από εμάς, προσφέροντας την ίδια εικόνα σε όλους αλλά με την ιδιαίτερη δεξιότητα ενός καλλιτέχνη που ξέρει να την μοιράζεται ποικιλοτρόπως στην συναισθηματική ερμηνεία της.


καΛά ταξίδια

Πες μου τον ψυχοθεραπευτή σου να σου πω ποιος είσαι ...

   Η πολιτική κατάσταση στη χώρα βαίνει από το κακό στο χειρότερο παρά τις κοσμογονικές ανατροπές που γίνονται και όφειλαν να προϋπάρχουν αιώνες τώρα για την αξιοκρατικότερη και δημοκρατική εκδοχή της ύπαρξη μας. Κάπου ανάμεσα σε αυτή τη σκέψη και στον καύσωνα του Ιουλίου που με βρήκε να αποχωρώ από τo νησί της Σερίφου κουβαλώντας τα μπαγκάζια μου και σιχτιρίζοντας που δεν μπορώ να πληρώνω αχθοφόρο για αυτή τη δουλειά λόγω της αξιοθαύμαστης επαγγελματικής μου σταθερότητας, φτάνοντας στον προορισμό ξάφνου ξεπροβάλλει μπροστά μου «Η» πολιτική φιγούρα τούτου εδώ του τόπου! Γιώργος Παπακωνσταντίνου / Υπουργός Οικονομικών.

Σκέψη πρώτη: Είναι;

Σκέψη δεύτερη: Τι, κάνει διακοπές; (δεν είναι λίγο νωρίς για να πάρει ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης τα όρη και τα νησιά;)

Σκέψη τρίτη: μμμ, Να πω κάτι; Να φωνάξω κάτι; Να κάνω κάτι; (μιας και το anger management seminar δεν θα το γλυτώσω, μήπως να το ξεκινήσω βιωματικά αφού τυγχάνει και καλό ερέθισμα;)

Σκέψη τέταρτη (και τελευταία): Δεν θα κάνω τίποτα, τυχαίνει να είμαι ευγενής σε αυτή τη ζωή και σέβομαι το family που κουβαλά στο τζιπάκι του που συν της άλλης είναι γεμάτο σκόνη και χώμα με τα γνωστά συνθήματα «θέλω πλύσιμο» που εκείνη τη μέρα ταυτιζόμουν πλήρως με τη φράση και εγώ (ήθελα spa για να καθαρίσω από την οργανωμένη φύση). Και άλλωστε αν έλεγα κάτι θα ήθελα να είναι εν μέσω συζήτησης αλλιώς θα έβρισκα τον εαυτό μου να χειρονομεί.
 Μέσα σε όλα μου έκανε εντύπωση που ήταν τόσο ήρεμος και αναρωτιέμαι πάλι εγώ; Με τόσο φόρτο εργασίας, με τόσες ευθύνες στο μυαλό του, με τόσο βαθύτατο αντίκτυπο της δουλειάς του στα πιο ευαίσθητα και εχέμυθα σημεία της ζωής των ανθρώπων (νεκροί πολίτες επίσης), πώς, αναρωτιέμαι, πώς μπορεί και είναι τόσο ήρεμος μια όμορφη Κυριακή του Ιουλίου σε ένα κυκλαδίτικο νησί; Εγώ πάλι ένα paper έχω να γράψω και τα έχω ήδη παίξει στη σκέψη του και μόνο ή κάτι τρελές απορίες της έφηβης αδερφούλας μου είχα να λύσω (πως επιπλέει ο βράχος του νησιού) και την έβλεπες στις ρυτιδούλες έκφρασης του προσώπου μου την ευερεθιστότητα.

Παρακαλώ να μου συστήσετε τον ψυχοθεραπευτή σας! Α, και την άλλη μέρα είχε συνάντηση στην Αθήνα με την Τρόϊκα.

Άμεσα το τηλέφωνο του ψυχοθεραπευτής σας, ευχαριστώ.

peopLe always ...




  Δεν ξέρω για ακόμα μία φορά. Όχι δεν κάνω την ανήξερη ως τέχνασμα, αληθινά είμαι γεμάτη απορίες. Πώς χαλά μία σχέση μπορώ να φανταστώ δεν προσγειώθηκα από τον Άρη είναι γεγονός. Πώς όμως η σχέση αυτή μπορεί να γίνει ο χειρότερος εφιάλτης σου και να σε επισκέπτεται μόνο ως εισβολέας σε φούσκα ενός κακού ονείρου στη ζωή σου, απορώ. Τοποθετούμε εδώ και χρόνια στην πεποίθηση ενός πολιτισμένου βόρειο Ευρωπαίου και δη Σουηδής, ότι βρε παιδιά αφού συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες ας μην χαλάσουμε τις με κόπο καλές στιγμές μας, ας μείνουμε δυο καλοί φίλοι για ένα χρόνια πολλά τα Χριστούγεννα και ένα Χριστός Ανέστη το Πάσχα, έβαζα πάντα και ένα που θα πας το Καλοκαίρι για αυτό και ακόμα στιγματίζομαι με τις εξωγήινες τοποθετήσεις μου, μιας και η απάντηση συνοδευόταν πάντα με εκμαίευση στοιχείων και άρα μαζοχισμό, εγώ πάλι σκηνή και φίλες γαμώτο του.


Φυσικά, αν και άπειρη μπροστά στις ειδήσεις των καιρών μας, κατανοώ μεγίστως τι σημαίνουν οι φράσεις «να φύγει, να πάει αλλού», «είναι άθλιος και δεν θέλω να τον ξανά δω στα μάτια μου» κτλ. Ένα πρόσφατο γεγονός στη ζωή μου άσχετο από ερωτικές απολαβές και παρεμβολές, με έκανε να νιώσω μέχρι το τελευταίο άχρηστο κύτταρό μου τι σημαίνει η λέξη προσαρμογή. Είναι θαύμα ανθρώπινου οργανισμού και ψυχικής άμυνας να προσαρμόζεσαι σε χρόνο dt στις νέες συνθήκες που το περιβάλλον ορίζει εν αγνοία και άνευ επιθυμιών. Δεν είναι κακό αντιθέτως θα έλεγα, είναι φυσική αντίδραση επιβίωσης και εξέλιξης θα τοποθετιόμουν βαρύγδουπα αν ήμουν σε κάποιο stand επίσημης ομήγυρης κοινώς ας το κέρατο να πάμε επιτέλους παρακάτω. Εντάξει για να στηρίξω και το σινάφι των Ψ. μπορείς να κάνεις και μια επίσκεψη σε κάποιο ειδικό αν by the way έχεις και άλλα θεματάκια προς επίλυση αλλά είδες; κάποιες φορές η Φύση έχει από πριν προβλέψει τις ενδεχόμενες αλλαγές σου.
Και το παραμύθι συνεχίζεται, ο Τάσος και η Σούλα που χρόνια αγαπημένοι χωρίσανε είναι τώρα πλήρως ευτυχισμένοι με το νέο τους άλλο τους μισό και έχουν αμολήσει και δυο κουτσούβελα ο καθένας. Τυχαίο; Δεν νομίζω.

  Ας γίνει το κάθε εμπόδιο για καλό και ας ευτυχίσουμε με ή χωρίς προσαρμογές στην πανέμορφη ζωούλα μας ο καθένας. Γιατί είναι πανέμορφη η ΖΩΗ, σας το λέω εγώ που τελευταία αφού είπα στον «Χάρο θα πάω όταν γουστάρω», η πόλη μοιάζει ειδυλλιακό τοπίο Ειρηνικού Ωκεανού με λεμονιές και άλλα περίεργα δενδρύλλια και η διάθεση είναι full για ύπνο και διαδίκτυο.